Ο Οίκος των Ατρειδών – Δεύτερο Μέρος

ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ

Ι. Πριν τα Τρωικά

Γιος (ή εγγονός) του Ατρέα ή του Πλεισθένη (Ησίοδος, απ. 194), και της Αερόπης, κόρης του Κατρέα από την Κρήτη, δεύτερος σύζυγος της Κλυταιμνήστρας, μεγαλύτερης κόρης του Τυνδάρεου και της Λήδας, πατέρας τεσσάρων κοριτσιών και ενός γιου, του Ορέστη. Οι κόρες του στην Ιλιάδα ονομάζονται Χρυσόθεμη, Λαοδίκη (στην τραγωδία αντικαθίσταται από την Ηλέκτρα), η Ιφιάνασσα (Ι 144 κ.ε.), ενώ η Ιφιγένεια, η κόρη που εμπνέει τους τραγικούς, αποσιωπάται.

Ανάλογα με την έμφαση που ήθελε κανείς να δώσει στο παρελθόν και στο γενεαλογικό δέντρο του Αγαμέμνονα αποκαλούνταν Ατρείδης, Πελοπίδης, Τανταλίδης, Πλεισθενίδης.

Για τον γάμο του με την Κλυταιμνήστρα παραδίδεται ότι την πόθησε και ότι, για να την αποκτήσει, σκότωσε τον πρώτο σύζυγό της και γιο του Θυέστη Τάνταλο, καθώς και το παιδί τους χτυπώντας το στο έδαφος. Τα αδέλφια της Κλυταιμνήστρας, ο Κάστορας και ο Πολυδεύκης, οι Διόσκουροι, (Εικ. 48) καταδίωξαν το ζεύγος θέλοντας να απαλλάξουν την αδελφή τους από τον ανεπιθύμητο γάμο, μέχρι που ο Αγαμέμνονας κατέφυγε στον πατέρα τους και πεθερό του, τον Τυνδάρεο, ο οποίος και αποδέχθηκε τον γάμο (Ευρ., Ιφιγένεια εν Αυλίδι 1148-1156· Απολλόδ., Επιτομή 2.15 κ.ε.). Έπειτα, και ενώ ο Μενέλαος έγινε βασιλιάς της Σπάρτης, ο Αγαμέμνονας, με τη βοήθεια του Τυνδάρεου, ξαναπήρε τον θρόνο του Άργους από τον Θυέστη ως νόμιμος κληρονόμος, εξόρισε αυτόν και τον γιο του Αίγισθο στα Κύθηρα και σε λίγα χρόνια έγινε ο ισχυρότερος ηγεμόνας των Αχαιών.

ΙΙ. Τα Τρωικά


Αρχή του πολέμου


Η επικράτεια της πολυχρύσου Μυκήνης όπου βασίλευε ο Αγαμέμνονας (Ιλ., Η 180), (Εικ. 49) δύσκολα προσδιορίζεται, καθώς ο γεωγραφικός όρος Άργος δήλωνε ή την ομώνυμη πόλη ή την Αργολίδα ή ολόκληρη την Πελοπόννησο.

«[…] και την εκστρατείαν ακόμη κατά της Τροίας τότε μόνον επεχείρησαν από κοινού [οι Έλληνες], όταν είχαν ήδη αποκτήσει αξιόλογον εμπειρίαν της θαλάσσης.» (Θουκ. 1.3)

«Και ο Αγαμέμνων, ως φρονώ, κατώρθωσε να συγκεντρώση την ναυτικήν εκστρατείαν εναντίον της Τροίας, διά τον λόγον ότι υπερείχε κατά την δύναμιν από τους άλλους ηγεμόνας, και όχι τόσον διότι οι μνηστήρες της Ελένης, των οποίων υπήρξεν αρχιστράτηγος, είχαν δεσμευθή με τους όρκους που τους επέβαλεν ο Τυνδάρεος. […] Τα δύο […] σκήπτρα [του Πέλοπος και του Περσέως] αφού ήνωσεν εις χείρας του ο Αγαμέμνων, υιός του Ατρέως, και έγινε συγχρόνως ισχυρότερος από τους άλλους κατά την ναυτικήν δύναμιν, κατώρθωσεν, όπως εγώ νομίζω, να συγκεντρώση την εκστρατείαν, διότι οι ηγεμόνες τον ηκολούθησαν, όχι κατά χάριν, αλλ’ από φόβον. Διότι εις την εκστρατείαν προσήλθεν έχων ο ίδιος τα περισσότερα πλοία και συγχρόνως εφωδίασε με τοιαύτα τους Αρκάδας, εάν η περί τούτου μαρτυρία του Ομήρου πρέπη να ληφθή υπ’ όψιν. Και εις τους στίχους, άλλωστε, όπου ομιλεί περί της διαδοχής του σκήπτρου, αναφέρει περί αυτού ο Όμηρος ότι εβασίλευσεν εις πολλάς νήσους και ολόκληρον το Άργος. Εν τούτοις, εάν δεν είχεν αξιόλογον ναυτικήν δύναμιν, δεν θα ημπορούσε με τον στρατόν της ξηράς να βασιλεύη εις νήσους, εκτός των εγγύς της παραλίας κειμένων, αι οποίαι όμως δεν ημπορούσαν να είναι πολλαί.» (Θουκ. 1.9· μετ. Ε. Βενιζέλος)

 

Θυσία Ιφιγένειας


Όταν ο στόλος συγκεντρώθηκε στην Αυλίδα, εγκλωβίστηκε εκεί από την άπνοια ή, σύμφωνα με άλλη εκδοχή, από ενάντιους ανέμους. Η αιτία γι’ αυτό, σύμφωνα με τον μάντη Κάλχαντα, ήταν ο θυμός της Άρτεμης. Οι αιτίες για τον θυμό της ποικίλουν:

  1. Ο πατέρας (ή παππούς) του αρχιστράτηγου, ο Ατρέας, δεν είχε θυσιάσει το αρνί με το χρυσόμαλλοδέραςστη θεά.
  2. Ο Αγαμέμνονας υπερηφανεύτηκε για τις κυνηγετικές του ικανότητες συγκρίνοντάς τες με της θεάς του κυνηγιού.(Εικ. 50)
  3. Ο Αγαμέμνονας αθέτησε την υπόσχεση του να προσφέρει στη θεά το καλύτερο προϊόν της χρονιάς, που έτυχε να είναι η κόρη του Ιφιγένεια. (Ευρ.,Ιφ. Τ.19 κ.ε.)

Ο Αγαμέμνονας δέχτηκε να τελέσει τη θυσία είτε από φιλοδοξία (Αισχύλος, Αγαμέμνων) είτε για το κοινό καλό (Ευριπίδης, Ιφιγένεια εν Αυλίδι). (Εικ. 515253545556575859606162636465666768697071727374757677787980818283848586878889909192939495)

Δράση στον πόλεμο


Στην Ιλιάδα ο Αγαμέμνονας εμφανίζεται με όλες τις αρετές αλλά και την αλαζονεία του αρχιστράτηγου. (Εικ. 96)Συγκρούστηκε φραστικά με τον Αχιλλέα, όταν απαίτησε από εκείνον να του δώσει το δικό του γέρας (=τιμητικό λάφυρο), τη Βρισηίδα, σε αντάλλαγμα του δικού του λάφυρου, της Χρυσηίδας, την οποία αναγκάστηκε να επιστρέψει στον πατέρα της και ιερέα του Απόλλωνα Χρύση μετά από σκληρή παρέμβαση του ίδιου του θεού. (Εικ. 979899100101102103104105) Με τη σειρά του ο Αχιλλέας εκφράζεται τελείως αρνητικά για τον Αγαμέμνονα, τον αποκαλεί πανουργότατο, μ΄ αναίδεια ενδυμένο,αναίσχυντο, σκυλοπρόσωπο, μέθυσο, σκυλόματο, με καρδιάν ελάφου (Ιλ., Α 149 κ.ε.)· τον κατηγορεί για έπαρση, ότι στη μοιρασιά παίρνει τρανό δώρο, αν και δεν μάχεται στην πρώτη γραμμή (Α 225-231). (Εικ. 106107108109100111112113114115116117118119)

Ωστόσο, η Ελένη περιγράφει στον Πρίαμο τον αδελφό του άνδρα της ως αγαθό βασιλιά και δυνατό πολεμιστή (Γ 179). Ξεχωρίζει από τους άλλους βασιλιάδες σε ομορφιά και αρχοντιά (Γ 166 κ.ε.) και σε χάρες θεϊκές (Β 477 κ.ε.), εμψυχώνει ή μαλώνει άνδρες απρόθυμους στον αγώνα (Δ 231 κ.ε.), δείχνεται γενναίος στη μάχη, στην οποία ξαναρίχνεται αν και τραυματισμένος (Ξ 27 κ.ε.), και αυτό αναγνωρίζεται από τους στρατιώτες του (Η 179 κ.ε.), ενώ η ραψωδία Λ είναι σε μεγάλο μέρος αφιερωμένη στην αριστεία του. Ανάμεσα στα θύματά του είναι ο Ιππόλοχος, με το σπαθί τα χέρια του ‘κοψε, του πήρε το κεφάλι / και το κορμί του σπρώχνει, ως κούτσουρο να κυλιστεί στ’ ασκέρι (Λ 146-7), και ο Κόων, αδελφός του Ιφιδάμαντα, τον οποίο αποκεφάλισε (Λ 261). Ως και ο Αχιλλέας τον αναγνώρισε, μετά τον θάνατο του Πατρόκλου και τη συμφιλίωσή τους, ως πρώτο στη δύναμη και στα άρματα (Ψ 890 κ.ε.)

Οι συνέπειες από την απουσία του Αχιλλέα στο πεδίο της μάχης ώθησαν τον Αγαμέμνονα σε μια συμφιλίωση με τον αρχηγό των Μυρμιδόνων τάζοντάς του δώρα που, όπως λέει ο διαμεσολαβητής Νέστορας, δεν είναι μικρά (Ιλ. Ι 165· βλ. Ιλ. Ι 121-161)· αντικείμενα από πολύτιμα μέταλλα, άλογα ικανά να προσφέρουν πλούτο στον ιδιοκτήτη τους από τα βραβεία σε αγώνες, γυναίκες (ανάμεσά τους και τη Βρισηίδα), ένα καράβι λάφυρα από την Τροία, όταν θα την πορθήσουν, και γυναίκες της Τροίας, μία από τις κόρες του για γυναίκα, και για προίκα πλούσιες χώρες και θεϊκές τιμές από τους κατοίκους τους. (Εικ. 120121122123124125126127128129130131132133134135)

ΙΙΙ. Μετά τα Τρωικά


Η επιστροφή του Αγαμέμνονα στις Μυκήνες δεν ήταν εύκολη. Καθυστέρησε να ξεκινήσει από την Τροία, προκειμένου να εξιλεώσει, μάταια, τη θεά Αθηνά για τις καταστροφές που επέφεραν οι Αχαιοί στα ιερά των θεών. Με καιρό ευνοϊκό αναχώρησε από την Τρωάδα, έφτασε στην Τένεδο και από εκεί έβαλε πλώρη για την Εύβοια. Στον Καφηρέα πολλά πλοία βούλιαξαν και πολλοί Αχαιοί πνίγηκαν από αναπάντεχη θύελλα. Χάρη στην εύνοια της Ήρας ο Αγαμέμνονας και τα πλοία του διασώθηκαν. Τρικυμία τον έσπρωξε στα Κύθηρα, όπου παλιά βασίλευε ο Θυέστης και τώρα ο γιος του και εραστής της Κλυταιμνήστρας Αίγισθος, ο οποίος εκείνη την εποχή βρισκόταν στις Μυκήνες και ενημερώθηκε για την επιστροφή του Αγαμέμνονα από φρουρό που ήταν στημένος σε ύψωμα. (Εικ. 136) Έτσι, προτού ο Αγαμέμνων προλάβει να πληροφορηθεί οτιδήποτε σχετικό με το βασίλειό του, ο Αίγισθος τον υποδέχτηκε και τον κάλεσε στο σπίτι του για συμπόσιο. Εκεί τον δολοφόνησε, μαζί με τους είκοσι ακολούθους του, ενώ η κρυμμένη την ώρα του φονικού Κλυταιμνήστρα εμφανίστηκε και με σπαθί σκότωσε την Κασσάνδρα, το σώμα της οποία παρέμεινε άταφο και γυμνό σε χείμαρρο δίπλα στον τάφο του Αγαμέμνονα. Την τύχη της είχε προφητέψει η ίδια η Κασσάνδρα (Ευρ., Τρωάδες 448-450). (Εικ. 1314151617181920212223242526272829)

Σύμφωνα με τον Αισχύλο (Αγαμέμνων, 458 π.Χ.), ο οποίος μάλλον ακολουθεί τον Πίνδαρο (Πυθ. 11.17 κ.ε.) και τον παλαιότερο Στησίχορο (7ος-6ος αι. π.Χ.), τη δολοφονία οργάνωσε και εκτέλεσε η Κλυταιμνήστρα, ενώ ο Αίγισθος, άβουλος και δειλός, καυχιέται ότι κατέστρωσε το σχέδιο έχοντας ως κίνητρο την ύβρι που είχε διαπράξει ο πατέρας (ή παππούς) του Αγαμέμνονα, ο Ατρέας, σκοτώνοντας τα παιδιά του αδελφού του Θυέστη και παραθέτοντάς τα ως δείπνο στον πατέρα τους. Τα κίνητρα της Κλυταιμνήστρας ήταν η θυσία της κόρης της Ιφιγένειας, την οποία ο Αγαμέμνων εκτέλεσε χωρίς πολλούς ενδοιασμούς, αλλά και το γεγονός ότι ο σύζυγός της είχε φέρει στο παλάτι την ερωμένη του Κασσάνδρα, και μάλιστα της είχε ζητήσει να δεχτεί με συμπάθεια τη νεαρή σκλάβα. Στον Στησίχορο η Κλυταιμνήστρα φονεύει τον Αγαμέμνονα με τσεκούρι (πρβ. και Ευρ., Τρωάδες 361-362), ενώ στον Αισχύλο η τον παγιδεύει με ένδυμα από το οποίο δεν υπάρχει διέξοδος: τα μανίκια και ο λαιμός ήταν ραμμένα.

Η κόρη τους Ηλέκτρα απέδωσε αγριότητα στην Κλυταιμνήστρα την ώρα του φόνου, που προκαλεί τρόμο: η μητέρα της πετσόκοψε το νεκρό σώμα του άνδρα της και πατέρα των παιδιών της και στη συνέχεια καθάρισε από πάνω της τα αίματα με τα μαλλιά του νεκρού (Σοφ., Ηλ. 442-446).

ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ


Κόρη του Τυνδάρεου και της Λήδας, αδελφή της Ελένης και των Διοσκούρων, και της Τιμάνδρας, της Φοίβης και της Φιλονόης, που σπάνια αναφέρονται.

Για τον γάμο της με τον Αγαμέμνονα παραδίδεται ότι έγινε, γιατί εκείνος την πόθησε, αφού πρώτα σκότωσε τον πρώτο σύζυγό της και γιο του Θυέστη Τάνταλο, καθώς και το παιδί τους χτυπώντας το στο έδαφος. Τα αδέλφια της Κλυταιμνήστρας, ο Κάστορας και ο Πολυδεύκης, οι Διόσκουροι, (Εικ. 48) καταδίωξαν το ζεύγος θέλοντας να απαλλάξουν την αδελφή τους από τον ανεπιθύμητο γάμο, μέχρι που ο Αγαμέμνονας κατέφυγε στον πατέρα τους και πεθερό του Τυνδάρεο, ο οποίος και αποδέχθηκε τον γάμο (Ευρ., Ιφιγένεια εν Αυλίδι 1148-1156· Απολλόδ., Επιτομή2.15 κ.ε.).

Είχε τεράστια γαλάζια μάτια και ο άνδρας της παίνευε την ομορφιά, τη λυγερή κορμοστασιά, την επιδεξιότητά της στα γυναικεία έργα. Αν δεν ήταν η ομορφιά της αδελφής της Ελένης, θα αναδεικνυόταν περισσότερο η δική της θεϊκή ομορφιά που την έκαμνε μοναδική.

Με τον Αγαμέμνονα απέκτησε τέσσερα κορίτσια και ένα γιο, τον Ορέστη. Οι κόρες στην Ιλιάδα ονομάζονται Χρυσόθεμη, Λαοδίκη (στην τραγωδία αντικαθίσταται από την Ηλέκτρα), Ιφιάνασσα (Ι 144 κ.ε.), ενώ η Ιφιγένεια, η κόρη που εμπνέει τους τραγικούς, αποσιωπάται. Η Κλυταιμνήστρα ανέθρεψε και την ανεψιά της Ερμιόνη, την κόρη του Μενέλαου και της Ελένης, που την εποχή της απαγωγής της μητέρας της ήταν εννέα χρονών.

Θυσία Ιφιγένειας


Όταν ο στόλος συγκεντρώθηκε στην Αυλίδα, εγκλωβίστηκε εκεί από την άπνοια ή, σύμφωνα με άλλη εκδοχή, από ενάντιους ανέμους (για τις αιτίες βλ. Αγαμέμνων). Η θυσία της κόρης του στρατηγού, της Ιφιγένειας, θα απεγκλώβιζε τον στόλο από την απραξία. Ο Αγαμέμνονας δέχτηκε να τελέσει τη θυσία είτε από φιλοδοξία (Αισχύλος, Αγαμέμνων) είτε για το κοινό καλό (Ευριπίδης, Ιφιγένεια εν Αυλίδι). Με δόλο ζήτησε από τη γυναίκα του να έρθει στην Αυλίδα, ισχυριζόμενος αρραβώνα της κόρης τους με το πρωτοπαλίκαρο των Ελλήνων, τον Αχιλλέα. Κρυφά τέλεσε τη θυσία και μετά έστειλε την Κλυταιμνήστρα πίσω στο Άργος. Από εκείνη τη στιγμή η Κλυταιμνήστρα εξύφαινε σχέδια εκδίκησης, ενώ στα υπόλοιπα παιδιά τους δεν φερόταν καλά· τον Ορέστη τον έδιωξε μακριά, την Ηλέκτρα την είχε σαν δούλη. Ο Ευριπίδης της φόρτωσε και το γεγονός ότι ο Τήλεφος χρησιμοποίησε τον μικρό Ορέστη ως όμηρο, προκειμένου να πείσει τους Αχαιούς να του γιατρέψουν την παλιά πληγή από το δόρυ του Αχιλλέα. (Εικ. 515253545556575859606162636465666768697071727374757677787980818283848586878889909192939495)

 

Τα Τρωικά


Για αρκετό καιρό μετά την αποχώρηση του Αγαμέμνονα, η Κλυταιμνήστρα έμεινε πιστή στον άνδρα της. Εξάλλου, ο σύζυγος είχε προνοήσει να αφήσει δίπλα της, σύμβουλό της και πληροφοριοδότη του, τον αοιδό Δημόδοκο. Εκείνη, όμως, γρήγορα υπέκυψε στην πολιορκία του Αίγισθου, ίσως γιατί είχε πληροφορηθεί τη σχέση του με τη Χρυσηίδα, ίσως από εκδίκηση για τη θυσία της Ιφιγένειας, ίσως από προτροπή του Ναύπλιου που είχε βάλει σκοπό της ζωής του να διαφθείρει τις γυναίκες των Ελλήνων στρατηγών, προκειμένου να εκδικηθεί τον θάνατο του γιου του Παλαμήδη.

Ο φόνος του Αγαμέμνονα


Σύμφωνα με τον Αισχύλο (Αγαμέμνων, 458 π.Χ.), ο οποίος μάλλον ακολουθεί τον Πίνδαρο (Πυθ. 11.17 κ.ε.) και τον παλαιότερο Στησίχορο (7ος-6ος αι. π.Χ.), τη δολοφονία οργάνωσε και εκτέλεσε η Κλυταιμνήστρα, ενώ ο Αίγισθος, άβουλος και δειλός, καυχιέται ότι κατέστρωσε το σχέδιο έχοντας ως κίνητρο την ύβρι που είχε διαπράξει ο πατέρας (ή παππούς) του Αγαμέμνονα, ο Ατρέας, σκοτώνοντας τα παιδιά του αδελφού του Θυέστη και παραθέτοντάς τα ως δείπνο στον πατέρα τους. Τα κίνητρα της Κλυταιμνήστρας ήταν η θυσία της κόρης της Ιφιγένειας, την οποία ο Αγαμέμνων εκτέλεσε χωρίς πολλούς ενδοιασμούς, αλλά και το γεγονός ότι ο σύζυγός της είχε φέρει στο παλάτι την ερωμένη του Κασσάνδρα και μάλιστα της είχε ζητήσει να τη δεχτεί με συμπάθεια. Στον Στησίχορο η Κλυταιμνήστρα σκοτώνει τον Αγαμέμνονα με τσεκούρι (πρβ. και Ευρ., Τρωάδες 361-362), ενώ στον Αισχύλο η Κλυταιμνήστρα παγιδεύει τον Αγαμέμνονα με ένδυμα από το οποίο δεν υπάρχει διέξοδος: τα μανίκια και ο λαιμός ήταν ραμμένα. Με σπαθί θα σκοτώσει και την Κασσάνδρα. (Εικ. 2829)

Η κόρη τους Ηλέκτρα απέδωσε αγριότητα στην Κλυταιμνήστρα την ώρα του φόνου, που προκαλεί τρόμο: η μητέρα της πετσόκοψε το νεκρό σώμα του άνδρα της και πατέρα των παιδιών της και στη συνέχεια καθάρισε από πάνω της τα αίματα με τα μαλλιά του νεκρού (Σοφ., Ηλ. 442-446). (Εικ. 131415161718192021222324252627)

Ο φόνος της Κλυταιμνήστρας


Επτά χρόνια μετά, ο Ορέστης εμφανίζεται στο παλάτι ως απεσταλμένος του Στρόφιου, βασιλιά της Φωκίδας, προκειμένου να αναγγείλει τον θάνατο του Ορέστη και να ρωτήσει αν η στάχτη του νεκρού θα έπρεπε να μεταφερθεί στο Άργος ή να μείνει στην Κίρρα (της Φωκίδας). Η Κλυταιμνήστρα, απαλλαγμένη από τον φόβο της εκδίκησης του γιου της, κάλεσε τον Αίγισθο να επιστρέψει στο παλάτι, καθώς εκείνος απουσίαζε. Τότε τον σκότωσε ο Ορέστης. Τις κραυγές του άκουσε η βασίλισσα, η οποία εμφανίστηκε με σπαθί στο χέρι. Όταν ο γιος σήκωσε το δικό του σπαθί για να τη σκοτώσει, η Κλυταιμνήστρα επικαλέστηκε την ιδιότητά της ως μητέρας και του έδειξε γυμνό τον μαστό, απ’ όπου τον είχε θηλάσει. Ο δισταγμός του Ορέστη υπερνικήθηκε, όταν ο Πυλάδης του θύμισε την εντολή του Απόλλωνα, επομένως τον θεϊκό χαρακτήρα της τιμωρίας. (Εικ. 2829303132333435363738394041424344454647)

ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ


Τα ομηρικά έπη αναφέρουν μιαν Ιφιάνασσα ως κόρη του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας. Οι τραγικοί την αγνοούν, ενώ αφιερώνουν έργα τους στην Ιφιγένεια. Άλλοτε πάλι θεωρείται κόρη του Θησέα και της Ελένης και ότι ανατράφηκε από την Κλυταιμνήστρα σαν να ήταν δική της κόρη. Τέλος, μια ακόμη εκδοχή τη θέλει κόρη του Αγαμέμνονα και της Χρυσηίδας και ότι βρέθηκε στην Ταυρίδα, όταν κατά την επιστροφή στην Ελλάδα μαζί με τον πατέρα της μετά τον Τρωικό πόλεμο την απήγαγαν Σκύθες πειρατές.

Πάντως, στην κόρη του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας αναγνωρίζονται τρεις βασικοί σταθμοί στη ζωή της: Αυλίδα, Ταυρίδα, Αττική. Στη Αυλίδα τελέστηκε η θυσία της. Στην Ταυρίδα παρέμεινε ως ιέρεια της Άρτεμης· εκεί τη συνάντησε ο αδελφός της Ορέστης και μαζί ταξίδεψαν προς τα πάτρια εδάφη. Τέλος, στην Αττική, συγκεκριμένα στη Βραυρώνα, μετέφεραν το άγαλμα της Άρτεμης από την Ταυρίδα, και εκεί παρέμεινε η Ιφιγένεια ως ιέρεια της θεάς. Το επεισόδιο συμβάλλει στη δόξα της Αθήνας, καθώς συνδέει την πόλη με μια παλιά ηρωίδα και με μια παλιά λατρεία.

Η θυσία της Ιφιγένειας


Όταν ο στόλος συγκεντρώθηκε στην Αυλίδα, εγκλωβίστηκε εκεί από την άπνοια ή, σύμφωνα με άλλη εκδοχή, από ενάντιους ανέμους. Η αιτία γι’ αυτό ήταν, σύμφωνα με τον μάντη Κάλχαντα, ο θυμός της Άρτεμης. Οι αιτίες για τον θυμό της ποικίλουν:

  1. Ο πατέρας (ή παππούς) του αρχιστράτηγου, ο Ατρέας, δεν είχε θυσιάσει το αρνί με το χρυσόμαλλοδέραςστη θεά.
  2. Ο Αγαμέμνονας υπερηφανεύτηκε για τις κυνηγετικές του ικανότητες συγκρίνοντάς τες με της θεάς του κυνηγιού.(Εικ. 50)
  3. Ο Αγαμέμνονας αθέτησε την υπόσχεση του να προσφέρει στη θεά το καλύτερο προϊόν της χρονιάς, που έτυχε να είναι η κόρη του Ιφιγένεια. (Ευρ.,Ιφ. Τ.19 κ.ε.)

Η θυσία της κόρης του στρατηγού, της Ιφιγένειας, θα απεγκλώβιζε τον στόλο από την απραξία. Ο Αγαμέμνονας δέχτηκε να τελέσει τη θυσία είτε από φιλοδοξία (Αισχύλος, Αγαμέμνων) είτε για το κοινό καλό (Ευριπίδης, Ιφιγένεια εν Αυλίδι). Με δόλο ζήτησε από τη γυναίκα του να έρθει στην Αυλίδα, επικαλούμενος αρραβώνα της κόρης τους με το πρωτοπαλίκαρο των Ελλήνων, τον Αχιλλέα. Όταν ο αρχηγός των Μυρμιδόνων πληροφορήθηκε τον δόλο και την εμπλοκή του ονόματός του, προσπάθησε να σταματήσει τη θυσία, όμως όλο το στράτευμα -και οι δικοί του στρατιώτες- επιθυμούσαν την απεμπλοκή από το τέλμα· ο Αχιλλέας κινδύνεψε με λιθοβολισμό.

Ο Αγαμέμνονας τέλεσε τη θυσία κρυφά από την Κλυταιμνήστρα, την οποία, αμέσως μετά, έστειλε πίσω στο Άργος. Στο μεταξύ, στη διάρκεια της θυσίας η Άρτεμη αντικατέστησε την κόρη με ένα ελάφι ως θύμα, ενώ την ίδια την οδήγησε στην Ταυρίδα, όπου και την έκανε ιέρειά της.

Δεν λείπουν παραλλαγές του μύθου της θυσίας, τόσο ως προς τον τόπο όσο και ως προς την αντικατάσταση. Λεγόταν, λοιπόν, ότι η Ιφιγένεια μεταμορφώθηκε σε ταύρο ή δαμάλα ή αρκούδα ή σε γριά γυναίκα ή ότι η θυσία διακόπηκε από την αιφνίδια άφιξη ενός ζώου ή της γριάς και ότι τα σημεία αυτά ερμηνεύτηκαν από τον ιερέα ως ενδείξεις πως οι θεοί δεν ήθελαν πια τη θυσία. (Εικ. 515253545556575859606162636465666768697071727374757677787980818283848586878889909192939495)

Η Ιφιγένεια στην Ταυρίδα


Με την Ιφιγένεια στην Ταυρίδα ο Ευριπίδης προσέθεσε ένα ακόμη κεφάλαιο στη διαδικασία θεραπείας του Ορέστη από την τρέλα των ενοχών και δημιούργησε τις προϋποθέσεις της συνάντησης με την αδελφή του Ιφιγένεια. Σύμφωνα με χρησμό που πήρε ο Ορέστης θα έπρεπε να φέρει το άγαλμα της θεάς Άρτεμης από την Ταυρίδα. Όμως, έθιμο του τόπου ήταν η θυσία των ξένων που κάποιο ναυάγιο έφερνε στη χώρα. Την προετοιμασία για τη θυσία τους έκαμνε η ιέρεια της θεάς, η Ιφιγένεια (Ευρ., Ιφ. Τ., 1456-1461). Πυλάδης, λοιπόν, και Ορέστης φυλακίστηκαν, προκειμένου να θυσιαστούν. Όμως, στο μεταξύ συντελέστηκε η αναγνώριση των δύο αδελφών. Μόλις η Ιφιγένεια πληροφορήθηκε και τον σκοπό του ταξιδιού τους, μηχανεύτηκε τέχνασμα, για να μπορέσει ο Ορέστης να πάρει το άγαλμα της Άρτεμης από την Ταυρίδα και να το πάει στην Αττική, να γλιτώσει από τη θυσία και να καταφέρουν όλοι μαζί -Ορέστης, Πυλάδης, Ιφιγένεια- να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Προφασίστηκε στον βασιλιά Θόαντα ότι τα υποψήφια θύματα ήταν μολυσμένα και, επειδή άγγιξαν το άγαλμα της θεάς με τα χέρια τους, έπρεπε να εξαγνιστούν και να πλυθεί στη θάλασσα και το άγαλμα της θεάς (ό.π., 1033-1040). Απομάκρυνε τους φρουρούς με το πρόσχημα της μυστικότητας της τελετής, επιβιβάστηκαν στο καράβι και απέπλευσαν, αλλά ο Ποσειδώνας έριξε το καράβι στην ακτή. Σώθηκαν από την εκδικητική μανία του Θόαντα με την παρέμβαση της θεάς της Αθήνας και η οποία οδήγησε με ασφάλεια το πλοίο στην Αττική, όπου οι δραπέτες έκτισαν ναό στην Άρτεμη. (Εικ. 137138139140141142143144145146147148149150151152153154155156157158159)

Σοφόκλεια παραλλαγή του μύθου (από τη χαμένη τραγωδία Χρύσης) σπρώχνει τους δραπέτες στην πόλη Σμίνθιο της Τρωάδας, όπου ιερέας του Απόλλωνα ήταν ο συνονόματος εγγονός του Χρύση, γιος της Χρυσηίδας και του Αγαμέμνονα. Ο νεότερος Χρύσης συνέλαβε τους δραπέτες για να τους παραδώσει στον Θόαντα, ο παππούς του όμως του αποκάλυψε την πραγματική τους ταυτότητα. Τότε εκείνος σκότωσε τον βασιλιά της Ταυρίδας και έφυγε με τα αδέλφια του για τις Μυκήνες. (Εικ. 160)

Η Ιφιγένεια στην Αττική


Κατ’ εντολή του Απόλλωνα, ο Ορέστης έκτισε ιερό της Αρτέμιδος στις Αλές, κοντά στη Βραυρώνα, όπου και εναπόθεσε το άγαλμα. Η Ιφιγένεια παρέμεινε ιέρεια της θεάς και εκεί την έθαψαν, όταν πέθανε. Εκεί της αφιέρωναν τα φορέματα των γυναικών που πέθαιναν στη γέννα. Εξάλλου, στην ίδια θέση (Αλές και Βραυρώνα) λατρευόταν παλιά η Ιφιγένεια ως θεά του τοκετού. Αργότερα, εξέπεσε σε θνήσκουσα ηρωίδα και τον ρόλο της ανέλαβε η Άρτεμη, η οποία σε ιερό της αργολικής Ερμιόνης αποκαλούνταν Άρτεμη Ιφιγένεια (Παυσ. 2.35.1). Και αλλού στην Πελοπόννησο (Αίγειρα Αχαΐας, Παυς. 7.26.5) στεκόταν άγαλμα της Ιφιγένειας σε ναό της Άρτεμης που όμως πρέπει να ανήκε αρχικά στην Ιφιγένεια.

Την ημέρα της γιορτής της θεάς Άρτεμης στις Αλές ο ιερέας τελούσε συμβολικά μιαν ανθρωποκτονία, καθώς πλήγωνε ελαφρά με το σπαθί τον λαιμό ενός άνδρα, απ’ όπου έτρεχε λίγο αίμα.

ΗΛΕΚΤΡΑ


Λαοδίκη ονομαζόταν μία από τις κόρες του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας στον Όμηρο. Αυτή η Λαοδίκη στους μεταγενέστερους ποιητές δεν υπάρχει, ενώ εμφανίζεται ως αδελφή, με εξέχοντα ρόλο στο δράμα των Ατρειδών, η Ηλέκτρα. Μετά τον θάνατο του πατέρα της γίνεται σχεδόν σκλάβα στο πατρικό σπίτι. Σύμφωνα με μια εκδοχή, σώζει τον Ορέστη και τον εμπιστεύεται στον γέρο παιδαγωγό. (Εικ. 161) Μένει άκληρη, καθώς ο Αίγισθος, προκειμένου να προφυλαχθεί ο ίδιος από μελλοντικό εκδικητή του φόνου του Αγαμέμνονα, την πάντρεψε με χωρικό εγκατεστημένο μακριά από την πόλη. Σύμφωνα με άλλες εκδοχές κρατήθηκε φυλακισμένη στο παλάτι των Ατρειδών και πάντως χώρια από τον Ορέστη, με τον οποίο αναγνωρίστηκε στον τάφο του Αγαμέμνονα. (Εικ. 162163164165166167168169170171172173174175176) Μαζί προετοιμάζουν την εκδίκηση για τον φόνο του πατέρα τους, δηλαδή τη δολοφονία του Αίγισθου και της Κλυταιμνήστρας. (Εικ. 163037) Μετά τον φόνο, συμπαραστέκεται στον αδελφό της τόσο από την επίθεση των Ερινύων όσο και από την έχθρα του λαού που θέλει να καταδικάσει τους δολοφόνους σε θάνατο. Στη χαμένη τραγωδία Αλήτης του Σοφοκλή, η Ηλέκτρα πληροφορείται τον, σκηνοθετημένο, θάνατο του αδελφού της και του φίλου του Πυλάδη στην Ταυρική από την ίδια τους την αδελφή, την Ιφιγένεια, ιέρεια στον ναό της Άρτεμης. Ως συνέπεια του θανάτου του διαδόχου του θρόνου, αναλαμβάνει την εξουσία ο γιος του Αίγισθου Αλήτης. Η Ηλέκτρα τότε πηγαίνει στους Δελφούς, όπου συναντά την Ιφιγένεια και θέλει για τιμωρία να την τυφλώσει με αναμμένο δαυλό από τον βωμό. Όμως εκεί είναι και ο Ορέστης. Γυρνούν μαζί στις Μυκήνες, σκοτώνουν τον Αλήτη, ο Ορέστης παντρεύεται την Ερμιόνη και η Ηλέκτρα τον Πυλάδη από τον οποίο αποκτά δύο παιδιά, τον Μέδονα και τον Στρόφιο.

 

ΟΡΕΣΤΗΣ


Παιδικά χρόνια – Εκδίκηση για τον φόνο του Αγαμέμνονα


Ο Ορέστης είναι γιος του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας. Στον Όμηρο εμφανίζεται ως εκδικητής του φόνου του πατέρα του, όχι όμως και ως φονιάς της μητέρας του Κλυταιμνήστρας. Αυτό θα συμπληρωθεί από τους τρεις τραγικούς.

Στην ήδη βεβαρυμένη με τον φόνο του Αγαμέμνονα Κλυταιμνήστρα, ο Ευριπίδης θα φορτώσει και το γεγονός ότι ο Τήλεφος χρησιμοποίησε τον μικρό Ορέστη ως όμηρο στον βωμό, όπου είχε προσπέσει ικέτης, προκειμένου να πείσει τους Αχαιούς να του γιατρέψουν την παλιά πληγή από το δόρυ του Αχιλλέα. Το επεισόδιο αυτό τοποθετείται στην Αυλίδα, όταν ο στρατός των Αχαιών είχε συγκεντρωθεί για δεύτερη φορά μετά την αποτυχημένη πρώτη φορά, που είχαν καταλήξει στο βασίλειο του Τήλεφου στη Μυσία, αντί για την Τροία. Εκεί και τότε τον είχε τραυματίσει ο Αχιλλέας. Ο Ευριπίδης, πάλι, θέλει τον Ορέστη στην Αυλίδα, όταν με δόλο έφερε ο Αγαμέμνονας τη γυναίκα του και την κόρη τους Ιφιγένεια, προκειμένου να τη θυσιάσει στην Άρτεμη. (Εικ. 177178179180181182183184)

Νήπιο ο Ορέστης είχε μεταφερθεί στη Φωκίδα, όπου και ανατράφηκε. Σύμφωνα με τον 11ο Πυθιόνικο του Πινδάρου (στ. 16-37) ο Ορέστης σώθηκε χάρη στην πιστή τροφό του Αρσινόη, η οποία τον απέσυρε από τη σκηνή του φόνου του Αγαμέμνονα και της Κασσάνδρας και τον έστειλε στον Στρόφιο, βασιλιά της Φωκίδας. Σύμφωνα με τους τραγικούς η Ηλέκτρα έσωσε τον Ορέστη και τον παρέδωσε στον παιδαγωγό και εκείνος στον Στρόφιο που τον μεγάλωσε με τον γιο του Πυλάδη. (Εικ. 161)

Ο Απόλλωνας διέταξε τον Ορέστη να πάρει εκδίκηση για τον θάνατο του πατέρα του, ενώ σύμφωνα με άλλες εκδοχές η Ηλέκτρα τον παρακίνησε και ο θεός έδωσε την άδεια.

Η αναγνώριση του Ορέστη από την Ηλέκτρα γίνεται στον τάφο του πατέρα τους Αγαμέμνονα. Σημεία αναγνώρισης ήταν ο κομμένος βόστρυχος του Ορέστη και το χρώμα των μαλλιών, κοινό στους Ατρείδες (Αισχ., Χοηφ., στ. 176· πρβ. Σοφ., Ηλ., στ. 900-909), και ένα υφαντό με παράσταση κυνηγιού που είχε κεντήσει η Ηλέκτρα και το είχε δώσει στον Ορέστη (Αισχ., Χοηφ., στ. 230-232). Στην Ηλέκτρα του Σοφοκλή (στ. 1222) ο Ορέστης αναφέρει ως σημείο αναγνώρισης σφραγῖδα πατρός, δαχτυλίδι με σφραγιδόλιθο. Στον Ευριπίδη μεσολαβεί ένας γέροντας για την αναγνώριση. (Εικ. 162163164165166167168169170171172173174175176)

Όταν ήρθε η ώρα της εκδίκησης, εμφανίζεται στο παλάτι ως απεσταλμένος του Στρόφιου, προκειμένου να αναγγείλει τον θάνατο του Ορέστη και να ρωτήσει αν η στάχτη του νεκρού θα έπρεπε να μεταφερθεί στο Άργος ή να μείνει στην Κίρρα (της Φωκίδας). (Εικ. 185186187188) Η Κλυταιμνήστρα απαλλαγμένη από τον φόβο της εκδίκησης του Ορέστη, καλεί τον Αίγισθο να επιστρέψει στο παλάτι, καθώς εκείνος απουσίαζε εκείνη την περίοδο. Τότε τον σκοτώνει ο Ορέστης. Τις κραυγές του ακούει η βασίλισσα, η οποία εμφανίζεται με σπαθί στο χέρι. Όταν εκείνος σήκωσε το δικό του σπαθί για να τη σκοτώσει, η Κλυταιμνήστρα επικαλέστηκε την ιδιότητά της ως μητέρας και του έδειξε γυμνό τον μαστό, απ’ όπου τον είχε θηλάσει. Ο δισταγμός του Ορέστη υπερνικήθηκε, όταν ο Πυλάδης του θύμισε την εντολή του Απόλλωνα, επομένως τον θεϊκό χαρακτήρα της τιμωρίας. (Εικ. 303132333435363738394041424344454647)

Σύμφωνα με την ευριπίδεια εκδοχή, ο Ορέστης σκότωσε τον Αίγισθο την ώρα που πρόσφερε θυσία στις Νύμφες στον κήπο του. Οι φύλακες του βασιλιά διστάζουν να επιτεθούν στον δολοφόνο Ορέστη, τον γιο του Αγαμέμνονα.

Καθαρμός από τον φόνο


Όπως οι περισσότεροι φονιάδες, ο Ορέστης τρελαίνεται, πολύ περισσότερο που ως φονιάς της μητέρας του τον κυνηγούν οι Ερινύες, ήδη από την ημέρα της ταφής της. Όπως κάθε φονιάς, θα πρέπει και αυτός να καθαρθεί.

Οι στίχοι του Αισχύλου στις Χοηφόρες «Και τα ποτάμια αν θα ‘σμιγαν / όλα τους σ’ ένα τρέξιμο / μάταια τα χέρια θα ‘πλεναν / τα που λερώνει φονικό» (72-74) φανερώνουν τη δυσκολία να γίνει ο καθαρμός του Ορέστη, που τελέστηκε με διάφορα μέσα. Πιο συγκεκριμένα: Όταν ο Ορέστης έφτασε στην Τροιζήνα, τιμωρημένος από τον Απόλλωνα με ένα χρόνο εξορία, αφού παρέμεινε αρκετές μέρες σε σκηνή μπροστά από το ιερό του θεού, καθάρθηκε από τους Τροιζήνιους με νερό από την πηγή τους Ιπποκρήνη πάνω στον Ιερό Βράχο· μόνο τότε του επέτρεψαν να μπαίνει στα σπίτια τους (Παυσ. 2.31.4. και 31.8-9. Αισχύλ., Ευμενίδες 235 και 445). Ωστόσο, επειδή το έγκλημα ήταν βαρύ, χρειάστηκε να επιχειρηθεί καθαρμός και με αίμα.

Ικέτης στον Απόλλωνα ο Ορέστης, προσπέφτει στον ομφαλό των Δελφών, προκειμένου να απαλλαγεί από τις Ερινύες. Ο χορός στις Χοηφόρες του Αισχύλου λέει στον Ορέστη:

«Ένας ο καθαρμός σου, ν’ αγγίξεις τον Λοξία
και θα σ’ ελευθερώσει απ’ αυτά τα μαρτύρια
» (στ. 1059-60),

εννοώντας τις Ερινύες. Νωρίτερα ο Ορέστης είχε πει:

«Και τώρα κοιτάξτε με πώς μ’ αυτό το κλαδί ελιάς
το στολισμένο με μαλλί θα ξεκινήσω
για τον μεσόμφαλο ναό, την κατοικία του Λοξία,
όπου λαμπυρίζει το άφθαρτο φέγγος της πυράς,
για να ξεφύγω απ’ το αίμα της μητέρας·
» (Αισχ., Χοηφ., 1034-1038).

Η ίδια η Κλυταιμνήστρα [ Εικ. 189], το φάντασμά της, προσπαθεί να αφυπνίσει τις Ερινύες που, καθώς ο Ορέστης προσπέφτει ικέτης στον ομφαλό, αποκοιμιούνται, και να καταδιώξουν τον δολοφόνο γιο της. Ο ίδιος ο Απόλλωνας θα σφάξει ένα γουρουνάκι και με το αίμα του νεοσφαγμένου ζώου θα περιλούσει τον Ορέστη, πιθανόν σε μια σκηνή αναπαράστασης του φόνου μέσω της οποίας επέρχεται η παραδοχή της πράξης. Στη συνέχεια, το αίμα θα ξεπλυθεί με νερό της πηγής σε ένα πραγματικό αλλά και συμβολικό λουτρό απαλλαγής από τους πραγματικούς ρύπους αλλά και τους ρύπους της ενοχής που τρέλαιναν τον Ορέστη:

«το μητροκτόνο αίμα ξεπλύθηκε και φεύγει·
ήταν νωπό όταν το έδιωξα με χοιροκτόνους καθαρμούς
που προσέφερα στον βωμό του θεού Φοίβου·
» (Ευμ., στ. 280-283).

Θα χρειαστεί και προσφορά θυσίας από τον ίδιο τον Ορέστη, πράξη και αυτή συμβολική για την επαναφορά του στην κανονική ζωή, τη θρησκευτική και την κοινωνική:

«είναι νόμος να μη μιλάει ο ένοχος φόνου
μέχρι να σφάξει κάποιος νεογέννητο βόσκημα
και με το αίμα του καθαρίσει το άλλο αίμα
» (στ. 448-450).

(Εικ. 189190191192193194195196197198199200201202203204205206)

Η τραγωδία Χοηφόροι τελειώνει, όμως στις Ευμενίδες φαίνεται ότι για τον καθαρμό του Ορέστη δεν ήταν αρκετό το άγγιγμα του Λοξία. Θα χρειαστεί και ένα πολιτικό σώμα να αποφανθεί για την αθώωση του Ορέστη, ο Άρειος Πάγος, απόφαση που σφραγίζει το τέλος της σειράς των εκδικήσεων μέσα στους οίκους και την ανάληψη της ευθύνης για την απονομή της δικαιοσύνης από όργανα της πόλεως. Ήταν η πρώτη δικαστική απόφαση του Αρείου Πάγου. (Εικ. 207)

 

 

Η συνέχεια του δράματος


Σύμφωνα με τον Ευριπίδη ο μητροκτόνος θα ταλαιπωρηθεί, μέχρις εξαντλήσεως, από τις Ερινύες. Η Ηλέκτρα του συμπαραστέκεται, χωρίς όμως να μπορεί να απαλύνει την επίθεση που δέχεται ο Ορέστης από τις τύψεις του. Τη φυσική αποστροφή των Αργείων για τον φόνο της μητέρας συνδαυλίζει ο παππούς του Ορέστη και πατέρας της Κλυταιμνήστρας Τυνδάρεος. Η πιθανή τιμωρία που θα τους επιβληθεί από το δικαστήριο που θα τους δικάσει είναι θάνατος με λιθοβολισμό, ώστε κανένας Αργείος να μην μολυνθεί από την επαφή με τα δύο αδέλφια, τα οποία εναποθέτουν τις ελπίδες τους στον θείο τους Μενέλαο που μόλις είχε προσαράξει με τα πλοία του στο Ναύπλιο. Πρώτη μέριμνα του Σπαρτιάτη βασιλιά είναι νύχτα να στείλει την Ελένη στο παλάτι του Αγαμέμνονα, για να την προφυλάξει από την πιθανή εκδικητική μανία κάποιου πατέρα που θα ήθελε να εκδικηθεί τον θάνατο του γιου του στην Τροία εξαιτίας της. Στις ικεσίες των δύο αδελφών στέκεται διστακτικός, πόσο μάλλον που σκέφτεται ότι με τον παραμερισμό του Ορέστη μπορεί να επεκταθεί η εξουσία του και στο Άργος. Υπόσχεται μόνο να ζητήσει την επιείκεια των Αργείων, κάτι όμως που, την ώρα της δίκης, δεν έπραξε. Οι Αργείοι αποφασίζουν τον θάνατο των δύο αδελφών, όμως με το δικό τους χέρι. Ακολουθώντας την πρόταση του Πυλάδη, και στη συνέχεια ακόμη μία της Ηλέκτρας, ο Ορέστης αποφασίζει να μπουν στο παλάτι και να σκοτώσουν την Ελένη ή να βάλουν φωτιά στο παλάτι· στη συνέχεια, να πιάσουν αιχμάλωτη την Ερμιόνη και να απειλήσουν τον πατέρα της, ώστε αυτός με τη σειρά του να ζητήσει από τους Αργείους να τους αφήσουν ελεύθερους. Και είναι ο Απόλλωνας, που με προσταγή του Δία, σώζει την Ελένη από τα σπαθιά των δύο φίλων, την υψώνει στους αιθέρες, όπου η Ελένη θα ζήσει αθάνατη δίπλα στα αδέλφια της τους Διόσκουρους, παραστέκοντάς τους στο έργο τους για την προστασία των ταξιδιωτών της θάλασσας. Ο Απόλλωνας, πάλι, θα δώσει λύση στο αδιέξοδο, καθώς οι δυο φίλοι και η Ηλέκτρα κρατούν αιχμάλωτη την Ερμιόνη, εκβιάζοντας τον Μενέλαο για τη μεσολάβησή του στους Αργείους, και αποφασίζουν το κάψιμο του παλατιού. Ο θεός ανακοινώνει την τύχη της Ελένης, προστάζει τον Ορέστη να μείνει εξόριστος στην Αρκαδία για ένα χρόνο, μετά να πορευτεί στην Αθήνα, όπου θα δικαστεί από τους θεούς και θα αθωωθεί. Η τελική εντολή αφορά στον γάμο του Ορέστη και του Πυλάδη, με την Ερμιόνη και την Ηλέκτρα. Έτσι, ο ένοχος εντάσσεται και πάλι στο κοινωνικό σύστημα, καθαρμένος από το έγκλημα αλλά και προσφέροντας απογόνους, επομένως συνέχεια, στην κοινότητα.

 

Ορέστης και Ιφιγένεια


Με την Ιφιγένεια στην Ταυρίδα ο Ευριπίδης προσθέτει ένα ακόμη κεφάλαιο στη διαδικασία θεραπείας του Ορέστη από την τρέλα των ενοχών. Σύμφωνα με χρησμό που πήρε ο Ορέστης θα έπρεπε να φέρει το άγαλμα της θεάς Άρτεμης από την Ταυρίδα. Όμως:

«[…] Και ο λαός εδώ και πέρα
την Άρτεμη ας δοξάζει την Ταυριώτισσα.
Και τη γιορτή της ο λαός όταν γιορτάζει,
για της σφαγής σου ξαγορά, τάξε, ιερέας
ν’ αγγίζει με σπαθί το λαιμό κάποιου
και να ματώνει τον έτσι για τη χάρη
για προσκύνημα της θεάς
» (Ευριπίδης, Ιφιγένεια εν Ταύροις, 1456-1461).

Πυλάδης, λοιπόν, και Ορέστης φυλακίστηκαν, προκειμένου να θυσιαστούν στη θεά. Ιέρεια όμως εκεί ήταν η Ιφιγένεια που βρήκε την ευκαιρία να ρωτήσει τους ξένους για την πατρίδα της και έτσι να αναγνωριστούν. Μόλις πληροφορήθηκε και τον σκοπό του ταξιδιού τους, η Ιφιγένεια μηχανεύεται τέχνασμα για να μπορέσει ο Ορέστης να πάρει το άγαλμα της Άρτεμης από την Ταυρίδα και να το πάει στην Αττική, να γλιτώσει από τη θυσία και να καταφέρουν όλοι μαζί -Ορέστης, Πυλάδης, Ιφιγένεια- να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Θα προφασιστεί στον βασιλιά Θόαντα ότι τα υποψήφια θύματα είναι μολυσμένα και, επειδή άγγιξαν το άγαλμα της θεάς με τα χέρια τους, πρέπει να εξαγνιστούν και να πλυθεί στη θάλασσα και το άγαλμα της θεάς (1033-1040). Απομακρύνει τους φρουρούς με το πρόσχημα της μυστικότητας της τελετής, επιβιβάζονται στο καράβι αλλά ο Ποσειδώνας ρίχνει το καράβι στην ακτή. Θα σωθούν από τον Θόαντα με την παρέμβαση της θεάς της Αθήνας και η οποία θα οδηγήσει με ασφάλεια το πλοίο στην Αττική, όπου οι δραπέτες θα κτίσουν ναό στην Άρτεμη. (Εικ. 137138139140141142143144145146147148149150151152153154155156157158159208)

Γάμος και θάνατος


Αρραβωνιασμένος από τον πατέρα του Αγαμέμνονα με την εξαδέλφη του Ερμιόνη από παιδιά, χρειάστηκε να την απαγάγει όταν γύρισε από την Ταυρίδα, γιατί ο Μενέλαος στην Τροία αθέτησε τον λόγο του και έδωσε την κόρη του στον Νεοπτόλεμο. Σκότωσε μάλιστα τον Νεοπτόλεμο στους Δελφούς, με προτροπή της Ερμιόνης. Απέκτησαν ένα γιο, τον Τισαμενό και βασίλεψε εβδομήντα χρόνια. Πέθανε ενενήντα χρονών και έδειχναν τον τάφο του στην Τεγέα, όπου του απέδιδαν θεϊκές τιμές, αφού πρώτα έστειλε αποίκους στη Μικρά Ασία για να αποκαταστήσουν τις κατεστραμμένες από τον Τρωικό πόλεμο πόλεις και τα ιερά τους. Και τούτο γιατί λοιμός κατέστρεψε το βασίλειό του λίγο καιρό πριν πεθάνει. Με τον τελευταίο αυτό μύθο σηματοδοτείται η παρακμή του μυνηναϊκού πολιτισμού και η απαρχή του αποικισμού. (Εικ. 209210211212213)

 

ΤΕΛΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΜΕΡΟΥΣ

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας

της Δήμητρας Μήττα

About Αρχαίων Τόπος

Ιστορία- Αρχαιολογία- Τέχνη- Φιλοσοφία- Επιστήμη
This entry was posted in ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ, Μυθολογία. Bookmark the permalink.