Ο ΟΙΚΟΣ ΤΟΥ ΠΡΙΑΜΟΥ – ΟΙ ΠΡΙΑΜΙΔΕΣ ( Γ’ ΜΕΡΟΣ )

ΤΡΩΙΛΟΣ


Ο Τρωίλος ήταν νεότερος γιος της Εκάβης και του Πριάμου ή και του ίδιου του Απόλλωνα. Μία παράδοση έλεγε ότι, αν ο Τρωίλος έφτανε τα είκοσί του χρόνια, η Τροία δεν θα μπορούσε να κυριευθεί από κανέναν. Όμως, ο νέος σκοτώθηκε. Οι συνθήκες του θανάτου του διαφέρουν από παράδοση σε παράδοση.

Ο Όμηρος γνωρίζει τον θάνατο του Τρωίλου (Ω 257), εξιστορείται όμως με λεπτομέρειες στα Κύπρια (και Πρόκλος, Χρηστομάθεια 162). Η Πολυξένη είχε βγει για να πάρει νερό από την πηγή. Μαζί της πήγε και ο Τρωίλος, έφιππος. Ο Αχιλλέας τον κυνήγησε, τον πρόλαβε, αν και πεζός, πήδηξε επάνω στο άλογο, τον άρπαξε από τα μαλλιά και τον γκρέμισε από εκεί. (Εικ. 282)Έπειτα τον έσυρε στον βωμό του Θυμβραίου Απόλλωνα -Θύμβρη λεγόταν μια μικρή πόλη κοντά στον Σκάμανδρο- και τον έσφαξε.

Στην τραγωδία Τρωίλος του Σοφοκλή ο νεαρός ήρωας γύμναζε τα άλογα, όταν έπεσε στην ενέδρα που του έστησε ο Αχιλλέας. Στον Βιργίλιο ο τραυματισμένος νέος σέρνεται από τα αφηνιασμένα άλογά του σε μια σκηνή που θυμίζει τον νεκρό Έκτορα την ώρα που ο Αχιλλέας έσερνε γύρω από τα τείχη της Τροίας το γυμνό σώμα του ήρωα δεμένο πίσω από το άρμα του (Αιν. 1.474-8).

Σε μελανόμορφο αμφορέα και σε μελανόμορφη κύλικα, και τα δυο του 560 π.Χ. εγγράφεται ζωγραφικά το επεισόδιο της παγίδευσης του νέου στην κρήνη. Στον πρώτο, (Εικ. 283) η Πολυξένη έρχεται να γεμίσει τη στάμνα της νερό από την κρήνη, και ο αδελφός της Τρωίλος να ποτίσει τα άλογά του. Πίσω από την κρήνη παραφυλάει πάνοπλος ο Αχιλλέας. (Εικ. 284) Στο δεύτερο αγγείο (Εικ. 285) ο χώρος οριοθετείται αριστερά από την κρήνη, δεξιά από την Πολυξένη που φεύγει τρέχοντας. Στο κέντρο ο πάνοπλος Αχιλλέας κυνηγάει τον έφιππο Τρωίλο. Η στάμνα είναι πεσμένη κάτω και το νερό χύνεται. Ένα πουλί πετά ορμητικά προς τον Αχιλλέα, ενώ ένας λαγός ή υποδηλώνει την ερημιά του τοπίου ή, το πιθανότερο, αποτελεί ερωτικό σύμβολο. (Εικ. 286) Παρόμοια με την πρώτη παράσταση είναι και μια ετρουσκική τοιχογραφία από τον τάφο των Ταύρων στην Ταρκυνία· εδώ απουσιάζει η Πολυξένη (ca 540 π.Χ.). (Εικ. 287)

Σε μελανόμορφο αμφορέα του ζωγράφου του Τιμιάδη, 570-560 π.Χ. ο αγγειογράφος τοποθέτησε το νεκρό ακέφαλο σώμα του Τρωίλου με τρόπο, ώστε το μέρος από τον λαιμό και πάνω να κρύβεται πίσω από τον βωμό του Θυμβραίου Απόλλωνα. Η βιαιότητα της πράξης του Αχιλλέα δηλώνεται εμφατικά, καθώς έχει καρφώσει το κεφάλι του νέου στο δόρυ και το επιδεικνύει στον Έκτορα, τον Αινεία, τον Δηίφοβο. Ερμής και Αθηνά παραστέκονται στον Αχιλλέα. (Εικ. 288) Κήρυκας έφερε τα νέα στους γονείς, ενώ το βλέμμα του τραβούν τα άλογα του νέου που επιστρέφουν χωρίς τον αναβάτη. (Εικ. 289)

Ο Απόλλωνας, θεϊκός πατέρας του Τρωίλου, δεν λησμόνησε την ιεροσυλία και σύμφωνα με μια παράδοση προκάλεσε τον θάνατο του Αχιλλέα στο ίδιο μέρος.[6] (Εικ. 290291292293294295296297298299300301302303304305306307308309310311312313314315316317318)

 

6 Βλ. Πολυξένη.

ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ


η κόρη οπού της χρυσής ομοίαζε Αφροδίτης

(Όμ., Ιλ. Ω 699)

 

Κόρη του Πρίαμου και της Εκάβης, δίδυμη αδελφή του Έλενου. Όταν γεννήθηκαν, οι γονείς τέλεσαν γιορτή στον ναό του Θυμβραίου Απόλλωνα, λίγο έξω από τα τείχη της πόλης.[7] Το βράδυ, ο Πρίαμος και η Εκάβη, κουρασμένοι και μάλλον μεθυσμένοι, αποχώρησαν λησμονώντας τα παιδιά στον ναό που αποκοιμήθηκαν κουρασμένα από το παιχνίδι. Την άλλη μέρα τα αναζήτησαν και τα βρήκαν να κοιμούνται, ενώ δίπλα τους δύο φίδια τους έγλειφαν τα αυτιά καθαρίζοντάς τα. Ο Πρίαμος και η Εκάβη άρχισαν να φωνάζουν και τα φίδια κρύφτηκαν στις ιερές δάφνες του ναού. Στο μεταξύ, είχαν πετύχει να δώσουν στα μικρά το χάρισμα της μαντικής, όπως το είχαν κάνει και σε άλλες περιπτώσεις μάντεων (ΊαμοςΜόψοςΠολύιδοςΤειρεσίαςΜελάμποδας). Για την Κασσάνδρα λεγόταν ότι προέλεγε το μέλλον μετά από θεϊκή έμπνευση, όπως η Σίβυλλα και η Πυθία, σε κατάσταση παραληρήματος, ενώ ο Έλενος ερμήνευε τις κινήσεις και τις κραυγές των πουλιών (οιωνοσκοπία). Άλλη εκδοχή θέλει τον ίδιο τον θεό Απόλλωνα, ερωτευμένο με την Κασσάνδρα, να αγωνίζεται για να την αποκτήσει -σαν παλαιστής, τυλίγοντάς με με τον αέρα της γοητείας του (Αισχ., Αγ. 1206)- και να ζητά να του δοθεί με αντάλλαγμα την τέχνη της μαντικής. Η Κασσάνδρα δέχθηκε αλλά πάτησε τη συμφωνία με τον θεό. Ενώ, δηλαδή, εκείνος της έδωσε το χάρισμα, εκείνη αρνήθηκε να ενωθεί μαζί του. Και ο Απόλλωνας έφτυσε στο στόμα της -ένα τελευταίο φιλί;- για να μη δίνει κανένας πίστη στις προφητείες της (πρβ. τον μύθοτου Πολύιδου και του Γλαύκου). Το χάρισμα της μαντικής παρέμεινε, όχι όμως της πειθούς. Σύμφωνα με τον τραγικό ποιητή Λυκόφρονα, η ηρωίδα έμενε φυλακισμένη από τον ίδιο της τον πατέρα γιατί δεν την άντεχε άλλο να θρηνεί συνέχεια και να προφητεύει δεινά, έδωσε όμως εντολή να καταγράφουν τα λεγόμενά της.

Όταν ο Πάρης προσέπεσε ικέτης στον βωμό του Δία, προκειμένου να σωθεί από τις επιθετικές διαθέσεις των αδελφών του, η μάντισσα αδελφή του τον αναγνώρισε, χάρη στις μαντικές της ικανότητες, ως τον θεωρούμενο χαμένο ή νεκρό γιο του Πρίαμου και της Εκάβης. (Εικ. 103104105) Με τις ικανότητες πάλι «είδε» και τις συμφορές που θα έφερνε ο Πάρης στην Τροία και με πέλυκυ θέλησε να τον σκοτώσει. (Εικ. 106) Τις ίδιες προφητείες είπε και όταν ο αδελφός της πήγε στη Σπάρτη και όταν την έφερε στο Ίλιον. Προειδοποίησε τους Τρώες αλλά εκείνοι δεν την πίστεψαν. Όταν ο αδελφός της Έκτορας πέθανε από το χέρι του Αχιλλέα και ο πατέρας της Πρίαμος πήγε στο αχαϊκό στρατόπεδο και στη σκηνή του Αχιλλέα, πρώτη αυτή από τα τείχη τον είδε να επιστρέφει με τη σορό του Έκτορα. Προσπάθησε ακόμη, το ίδιο και ο ιερέας του Απόλλωνα Λαοκόων, να πείσει τους Τρώες να μη βάλουν μέσα στην πόλη τον Δούρειο Ίππο, γιατί είχε προδεί την καταστροφή της πόλης της. (Εικ. 319320321322) Ο Όμηρος παραδίδει ότι κάποιος Τρωαδίτης ήρωας, ο Οθρυονέας, την είχε ζητήσει σε γάμο δίνοντας την υπόσχεση στον Πρίαμο ότι θα έδιωχνε τους πολιορκητές από την Τροία, σκοτώθηκε όμως από τον Ιδομενέα. Πάντως, στην Ιλιάδα τίποτε δεν μαρτυρείται περί προφητικών ικανοτήτων της Κασσάνδρας.

Μετά την άλωση της Τροίας, η Κασσάνδρα κατέφυγε στον ναό της Αθηνάς και προσέπεσε ικέτης στο άγαλμα της θεάς αγκαλιάζοντάς το. Ο Αίας ο Λοκρός δεν σεβάστηκε την ικεσία, την τράβηξε από τα μαλλιά, οπότε το άγαλμα σείσθηκε από τη βάση του, και τη βίασε μέσα στον ναό. Οι Αχαιοί αγανάκτησαν με την ιεροσυλία και θέλησαν να λιθοβολήσουν τον Αίαντα, ο οποίος προσέπεσε ικέτης στον βωμό της θεάς που είχε προσβάλει με τη συμπεριφορά του. Οι Έλληνες σεβάστηκαν την ικεσία του… (Εικ. 323324325326327328329330331332333334335336337338339340341342343344345)

Όταν οι κατακτητές μοιράσθηκαν τις γυναίκες των ηττημένων, η Κασσάνδρα έπεσε στον κλήρο του Αγαμέμνονα, ο οποίος την ερωτεύθηκε και την πήρε μαζί του στις Μυκήνες. (Εικ. 346) Στον Αγαμέμνονα του Αισχύλου αυτό συνιστά μια βασική αιτία του εγκλήματος της Κλυταιμνήστρας, καθώς ξεσηκώνεται η ζήλεια της γυναίκας για την ερωμένη και η απέχθεια για τον άνδρα-σύζυγο που ζητά από τη σύζυγο να καλοδεχτεί τη νέα αγαπημένη. Τόσο στον Αγαμέμνονα όσο και στις Τρωάδες του Ευριπίδη η Κασσάνδρα κινείται ανάμεσα στο βακχικό παραλήρημα και την προφητεία, μαινάδα γυναίκα παραδομένη στον Διόνυσο, προφήτισσα παραδομένη στον Απόλλωνα. Σε μια παρωδία του υμεναίου στις Τρωάδες, κάτι που μόνο από μια γυναίκα σε κατάσταση βακχικής μανίας θα μπορούσε (ήταν επιτρεπτό) να συμβεί στην τραγωδία, η νεαρή Κασσάνδρα οραματίζεται την τέλεση των γάμων της με τον Αγαμέμνονα και στη συνέχεια προφητεύει το ολέθριο τέλος τους. Πράγματι, η τύχη της ενώθηκε με τη δική του: όταν έφθασαν στις Μυκήνες δολοφονήθηκαν και οι δύο από την Κλυταιμνήστρα και τον Αίγισθο. (Εικ. 347348)Όταν ο Οδυσσέας «κατέβηκε» στον Άδη, για να συνομιλήσει για το ταξίδι της επιστροφής του στην Ιθάκη με τον Τειρεσία, ο νεκρός Αγαμέμνονας του μίλησε με θλίψη για την Κασσάνδρα, καθώς περιέγραφε τις τελευταίες τους στιγμές: Μα ακόμη πιο σπαραχτική άκουσα τη φωνή της κόρης του Πριάμου, / της Κασσάνδρας, την ώρα που τη σκότωνε πανούργα η Κλυταιμνήστρα / πλάι και πάνω μου (λ 421-422, μετ. Δ.Ν. Μαρωνίτης). Στο μεταξύ, και πριν το τέλος, η Κασσάνδρα λεγόταν ότι απέκτησε δύο δίδυμους γιους με τον Αγαμέμνονα, τον Τηλέδαμο και τον Πέλοπα, που κι εκείνοι σκοτώθηκαν από το σπαθί των δύο εραστών των Μυκηνών. Οι Μυκηναίοι έδειχναν τους τάφους τους δίπλα στων γονιών τους (Παυσανίας 2.16.6).

Και άλλες πόλεις διεκδικούν το επεισόδιο του θανάτου του Αγαμέμνονα και της Κασσάνδρας και σε διάφορες πόλεις λατρευόταν η προφήτισσα άλλοτε με το όνομα Αλεξάνδρα και άλλοτε ως Πασιφάη, μια και τα φανέρωνε όλα. Στις Αμύκλες, για παράδειγμα, πιο κάτω από τη Σπάρτη, είχαν ταυτίσει την Κασσάνδρα με μια τοπική ηρωίδα, την Αλεξάνδρα, και της έστησαν ιερό με το άγαλμά της. Ως Αλεξάνδρα λατρευόταν και στα Λεύκτρα της ανατολικής Μεσσηνίας, στον Κόλπο, όπου πιστευόταν ότι είχε ταφεί. Το ίδιο και σε ιερό στις Θαλάμες, βόρεια του Οίτυλου στη Λακωνία, όπου λατρευόταν μαζί με τον Ήλιο (Πλούτ., Άγις9.2· Παυσ. 2.16, 3.19, 3.26).

Με το όνομα Αλεξάνδρα η όμορφη κόρη του Πριάμου αποτελεί το κύριο πρόσωπο του ομώνυμου προφητικού ποιήματοςτου Λυκόφρονα, ενός χαλκιδαίου ποιητή του 4ου αι. π.X., γραμμένο την εποχή που οι Ρωμαίοι άρχισαν να παρεμβαίνουν στα ελληνικά πράγματα. Σύμφωνα με τον ποιητή οι Δαύνιοι κάτοικοι της Απουλίας είχαν στήσει ιερό της Κασσάνδρας κοντά στη λίμνη Σάλπη. Εκεί προσέφευγαν ικέτιδες οι κόρες που δεν ήθελαν για συζύγους τους άνδρες με τους οποίους τις είχαν αρραβωνιάσει και προτιμούσαν να μείνουν ανύπαντρες παρά να περάσουν τη ζωή τους με άνδρα άσχημο ή από ταπεινή γενιά· ντύνονταν στα μαύρα και άλειφαν το πρόσωπό τους με κίτρινο χρώμα. (Εικ. 349350351352)

7 Θύμβρη λεγόταν μια μικρή πόλη κοντά στον Σκάμανδρο. Στον ναό αυτό διαδραματίστηκαν και άλλα γεγονότα, ο θάνατος του Τρωίλου και ο θάνατος του Αχιλλέα, όπως αυτοί παραδίδονται από διάφορες πηγές.

 

ΠΟΛΥΞΕΝΗ


Είναι η νεότερη από τις κόρες του Πρίαμου και της Εκάβης. Δεν αναφέρεται στην Ιλιάδα αλλά στα μεταγενέστερα έπη και σε σχέση πάντα με τον Αχιλλέα.

Λεγόταν ότι συναντήθηκαν στην πηγή, όπου ο αδελφός της Τρωίλος πήγε να ποτίσει τα άλογά του και η κόρη να πάρει νερό. Εκεί ο Αχιλλέας καταδίωξε και σκότωσε τον νέο και ερωτεύτηκε το κορίτσι, το οποίο όμως κατάφερε να ξεφύγει. Η εκδοχή αυτή δομήθηκε πάνω στο γνωστό μοτίβο αρπαγών των κοριτσιών από νέους σε περιβάλλοντα όμορφα, θαλερά και αναγκαία για την επιβίωση, σε περιβάλλοντα εκτός πόλεως, επομένως επικίνδυνα για τις κοπέλες, καθώς, απροστάτευτες μέσα στο φυσικό τοπίο, ήταν εκτεθειμένες στις ορέξεις μεγάλων γητευτών. (Εικ. 282283284285286291293294299300301302305306307318353)

Άλλη εκδοχή, της ελληνιστικής περιόδου, θέλει την Πολυξένη να συνοδεύει τον πατέρα της Πρίαμο, μαζί με την Ανδρομάχη, στη σκηνή του Αχιλλέα, για να ζητήσουν το πτώμα του Έκτορα και να το θάψουν με τις πρέπουσες τιμές. Αδιάφορος ο Αχιλλέας στις παρακλήσεις της χήρας και του πατέρα, γοητευμένος όμως από τη νέα που προσφέρθηκε να γίνει σκλάβα πλάι του, δέχτηκε να παραδώσει το νεκρό και ά-τιμο σώμα. Μάλιστα, μυθολογείται κάποιες φορές ότι ο Αχιλλέας ήταν έτοιμος να προβεί σε συμφωνία με τον Πρίαμο, να προδώσει το αχαϊκό στρατόπεδο και να επιστρέψει στην πατρίδα του ή να πολεμήσει μαζί τους εναντίον των Ελλήνων, προκειμένου να πάρει την Πολυξένη για γυναίκα του. Η συμφωνία θα επικυρωνόταν στον ναό του Θυμβραίου Απόλλωνα, όμως ο Πάρης (ή ο Δηίφοβος), κρυμμένος πίσω από το άγαλμα του θεού, σκότωσε τον γαμπροστολισμένο και άοπλο Αχιλλέα με βέλος ή με μαχαίρι. (Σχόλια στον Ευρ. Εκάβη41 και 388 και Τρωάδες 16) (Εικ. 107)

Πιο παλιοί είναι οι σχετικοί με τον θάνατό της μύθοι. Στα Κύπρια έπη παραδίδεται ότι η Πολυξένη τραυματίστηκε από τον Διομήδη και τον Οδυσσέα κατά την άλωση της Τροίας, υπέκυψε στα τραύματά της και την έθαψε ο Νεοπτόλεμος. Αργότερα πλάστηκε η ιστορία ότι θυσιάστηκε πάνω στον τάφο του Αχιλλέα από τον Νεοπτόλεμο ή από άλλους αρχηγούς, τον Δημοφώντα και τον Ακάμαντα, γιους του Θησέα (Ιλίου Πέρσις) με την παρακίνηση του Οδυσσέα. Οι Αχαιοί τη θυσίασαν για να καταστεί ευκολότερο το ταξίδι της επιστροφής των Αχαιών, όπως ακριβώς η θυσία της Ιφιγένειας είχε εξασφαλίσει τους ευνοϊκούς ανέμους για το ταξίδι της αναχώρησης από την Ελλάδα προς την Τροία. Ή επειδή το είχε ζητήσει το φάντασμα του Αχιλλέα που είχε εμφανιστεί σε όνειρο στον γιο του και του ζητούσε την προσφορά της κόρης σαν μερίδιο από τα λάφυρα του πολέμου που δικαιούνταν. (Εικ. 330335354355356357358359360361362) Στην τραγωδία Εκάβη, ο Ευριπίδης βάζει την Πολυξένη να προχωρά στον τόπο της θυσίας αυτοβούλως, όπου αντιμετώπισε περήφανα τον Οδυσσέα (Ευρ., Εκάβη 342-378). (Εικ. 363) Το τελετουργικό της θυσίας δίνεται από τον ποιητή με τρόπο ανάλογο με εκείνο της θυσίας της Ιφιγένειας στην τραγωδία Ιφιγένεια εν Αυλίδι. Οι αγγελικές ρήσεις στις δύο τραγωδίες παρουσιάζουν δομικές αντιστοιχίες. (Εικ. 364)

 

ΛΑΟΔΙΚΗ


Λαοδίκην Πριάμοιο θυγατρῶν εἶδος ἀρίστην.

(Γ 124)

Η ομορφότερη κόρη του Πρίαμου και της Εκάβης, σύζυγος του Ελικάονα. Παραδόσεις μετά τον Όμηρο τη θέλουν, νέα ακόμη και πριν τον γάμο της, να ερωτεύεται τον Ακάμαντα, γιο του Θησέα, όταν εκείνος, μαζί με τον Διομήδη στάλθηκαν στην Τροία, για να ζητήσουν πίσω την Ελένη, προτού αρχίσει ο πόλεμος. Η κόρη εμπιστεύτηκε το μυστικό του έρωτά της στη Φιλόβια, τη γυναίκα του Περσέα, βασιλιά της πόλης Δάρδανο της Τρωάδας. Εκείνη έπεισε τον άνδρα της να καλέσει τους δύο νέους σε συμπόσιο και να τους βάλει να καθίσουν δίπλα δίπλα, χωρίς όμως να αποκαλύψουν την πραγματική ταυτότητα της Λαοδίκης, που εμφανίστηκε σαν αυλική στον γυναικωνίτη του Πριάμου. Καρπός της ένωσής τους ήταν ο Μούνιτος, τον οποίο η μητέρα του εμπιστεύτηκε στην Αίθρα, μητέρα του Θησέα και προγιαγιά του παιδιού της, αιχμάλωτη της Ελένης στην Τροία.

Με τον εχθρό μέσα στο παλάτι, η Λαοδίκη έδωσε τα όπλα στον ηλικιωμένο Πρίαμο που θέλησε να υπερασπιστεί τους δικούς του. (Εικ. 43) Ο Πρίαμος σκοτώθηκε και οι θεοί, για να μην αφήσουν τη Λαοδίκη να πέσει στα χέρια των Αχαιών, άνοιξαν τη γη που την κατάπιε. Μετά την εξαφάνισή της η Αίθρα έδωσε τον Μούνιτο στον πατέρα του, που τον οδήγησε στην Αττική μαζί με την Αίθρα, ελεύθερη πια. Στο ταξίδι του γυρισμού, ο Μούνιτος, κυνηγώντας στην Όλυνθο, πέθανε από τσίμπημα φιδιού. Την ιστορία της Λαοδίκης κατέγραψε ο Παρθένιος στο Περί ερωτικών παθημάτων.

ΚΡΕΟΥΣΑ


Κόρη του Πρίαμου και της Εκάβης, σύζυγος του Αινεία. Άλλοτε θεωρείται αιχμάλωτη Τρωαδίτισσα -την περιλαμβάνει στις απεικονισμένες αιχμάλωτες της Τροίας ο Πολύγνωτος στη Λέσχη των Δελφών- και άλλοτε ότι διέφυγε κατά την άλωση. Στον Βιργίλιο οι θεοί παραχωρούν στον Αινεία το δικαίωμα να σώσει ό,τι θεωρεί πολυτιμότερο. Εκείνος επέλεξε να φορτωθεί τον πατέρα του και τους εφέστιους θεούς, με το κυρίαρχο στην αρχαιότητα, και όχι μόνο, σκεπτικό ότι γυναίκα και παιδιά μπορεί να αποκτήσει ξανά, όχι όμως πατέρα. (Εικ. 365366367368369370371372373374) Η Κρέουσα, λοιπόν, απάγεται από την Αφροδίτη (ή/και την Κυβέλη), την ώρα που ακολουθούσε τον άνδρα της, καθώς αυτός έβγαινε από τα τείχη της πόλης κουβαλώντας τον παράλυτο πατέρα του και την εικόνα των Εφέστιων. Η ενέργεια των θεαινών την έσωσε από την αιχμαλωσία στους Αχαιούς. Όταν ο Αινείας επέστρεψε στην πόλη για να τη βρει, η σκιά της, το φάντασμά της, μεγαλύτερο από το σχήμα ανθρώπου, του προείπε τα ταξίδια του προς τη Δύση σε αναζήτηση νέας πατρίδας. (Εικ. 375376377378) Ως σύζυγο του Αινεία ονομάζουν τα Κύπρια έπη μια Ευρυδίκη.

 

ΤΕΛΟΣ


Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας

της Δήμητρας Μήττα

About Αρχαίων Τόπος

Ιστορία- Αρχαιολογία- Τέχνη- Φιλοσοφία- Επιστήμη
This entry was posted in ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ, Μυθολογία. Bookmark the permalink.